chit-chat

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό
chit-chat (en)
- διάλογος για ασήμαντα θέματα
- μικροπρεπής διάλογος
- (μεταφορικά), (προγραμματισμός) περιττός ή φλύαρος κώδικας λόγω κακής χρήσης της προγραμματιστικής γλώσσας ή λόγω αδυναμιών της γλώσσας
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.