baton
Αγγλικά
(en)
Ουσιαστικό
baton
(en)
η
μπαγκέτα
του μαέστρου
η
σκυτάλη
(στο αγώνισμα της σκυταλοδρομίας και μεταφορικά)
we pass the
baton
to the next generation
- δίνουμε τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά
το
γκλομπ
του αστυνομικού
στραταρχική
ράβδος
Εσπεράντο
(eo)
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
baton
(eo)
αιτιατική
του
bato
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.