Santo

Ιταλικά (it)

Κύριο όνομα

Santo (it) αρσενικό

 συνώνυμα: Santi, Sante, Santino, Santillo, Santolo, Santuccio, Sanzio



Φινλανδικά (fi)

Ετυμολογία

Santo < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Santo αρσενικό

Πηγές

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet kaikki



Σουηδικά (sv)

Ετυμολογία

Santo < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Santo αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden



Σλοβενικά (sl)

Ετυμολογία

Santo < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

Santo αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές

  • Priimki (S-Ž), Slovenija, letno, Vlada Republike Slovenije Statistični Urad Republike Slovenije (Επώνυμα (S-Ž), ετήσια, Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σλοβανίας, Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Σλοβενίας), ανακτήθηκε 31/8/2023, CC BY 4.0
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.