Quebec
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
- Quebec < (άμεσο δάνειο) γαλλική Québec
Προφορά
- ΔΦΑ : /kwɪˈbɛk/
- ⓘ
Κύριο όνομα
Quebec (en)
- το Κεμπέκ, η επαρχία του Καναδά και η πρωτεύουσα της επαρχίας
- το γράμμα Q στο φωνητικό αλφάβητο του NATO
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.