IATA
Αγγλικά (en)
Ετυμολογία
Συντομομορφή
IATA (en)
- (αεροπορικός όρος) Διεθνής Ένωση Αερομεταφορών: διεθνής μη κρατικός οργανισμός ο οποίος διευθετεί ζητήματα σχετικά με τις αερομεταφορές επιβατών και εμπορευμάτων
-
IATA στην αγγλική Βικιπαίδεια

Πηγές
- ΟΜΕΟΔΕΚ (2015). Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ). Αθήνα: Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.