Cerigo

Ιταλικά (it)

Ετυμολογία

Cerigo < λατινική Cedrigum < Cythericum < αρχαία ελληνική Κυθηρία < Κύθηρα[1]

Κύριο όνομα

Cerigo (it) (Χρειάζεται γένος)

  1. (νησί) τα Κύθηρα (Τσιρίγο)
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)

Αναφορές

  1. Τσερίγο - Ανδριώτης, Νικόλαος Παντελής (1983) Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 9602310367. Έκδοση 3η, φωτοτυπική με διορθώσεις και προσθήκες του συγγραφέα. (1η έκδ:1951, 2η έκδ:1967)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.