CD
Αγγλικά (en)
Συντομομορφή
CD ακρωνύμιο
- (τεχνολογία)πλαστικός δίσκος που χρησιμοποιείται στην εγγραφή ψηφιακών δεδομένων, συνήθως αρχείων ήχου, τα οποία αναπαράγονται από κατάλληλη συσκευή ανάγνωσης
- → δείτε τους όρους σι ντι, δίσκος ακτίνας, συμπαγής δίσκος και ψηφιακός δίσκος
- (παρωχημένο) το διπλωματικό σώμα (από τον γαλλικό όρο corps diplomatique)
Γαλλικά (fr)
Ετυμολογία
- CD < Corps Diplomatique (→ δείτε τον όρο corps diplomatique)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.