Ἴωνες

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

Ἴωνες < πληθυντικός αριθμός του Ἴων,  δείτε τις λέξεις Ἰάονες και ἸᾱϜονες

Κύριο όνομα

Ἴωνες αρσενικό πληθυντικός

  1. (εθνωνύμιο) μία από τις τέσσερις φυλές (Αχαιοί, Ίωνες, Αιολείς και Δωριείς) του αρχαίου ελλαδικού χώρου που αποτέλεσαν το πρώιμο ελληνικό έθνος
  2. απόγονοι του μυθικού Ἴωνος

Παράγωγα

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

Ἴωνες αρσενικό

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.