ἰῆς
Αρχαία ελληνικά
(grc)
το αριθμητικό «εἷς»
πτώσεις
ενικός
↓
αρσενικό
θηλυκό
θηλυκό
(
επικός, ιωνικός, αιολικός
)
ουδέτερο
ονομαστική
εἷς
επικός
:
ἕεις
&
επίθετο
ἰός
μί
ᾰ
ἴ
ᾰ
όψιμος
ιωνικός
:
μί
η
ἕν
γενική
ἑν
ός
μι
ᾶς
ἰ
ῆς
ἑν
ός
δοτική
ἑν
ί
μι
ᾷ
ἰ
ῇ
ἑν
ί
αιτιατική
ἕν
ᾰ
μί
ᾰν
ἴ
ᾰν
ἕν
κλητική
—
—
—
—
Παράρτημα:Γραμματική: Αριθμητικά
Αριθμητικό
ἰῆς
επικός τύπος
του
μιᾶς
,
γενική
ενικού
,
θηλυκού
γένους
του
εἷς
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.