Ἐπίγονοι
Αρχαία ελληνικά (grc)
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |
|---|---|---|
| ονομαστική | οἱ | Ἐπίγονοι |
| γενική | τῶν | Ἐπιγόνων |
| δοτική | τοῖς | Ἐπιγόνοις |
| αιτιατική | τοὺς | Ἐπιγόνους |
| κλητική ὦ! | Ἐπίγονοι | |
| 2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά | ||
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
Ἐπίγονοι αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του Ἐπίγονος
- (ελληνική μυθολογία) γιοι των αρχηγών που σκοτώθηκαν στον πρώτο πόλεμο εναντίον των Θηβών
- (ιστορία) οι απόγονοι των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Πηγές
- Ἐπίγονοι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ἐπίγονος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐπίγονος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.