ψαθυρά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
ψαθυρά
<
ψαθυρός
Επίρρημα
ψαθυρά
σε
ψαθυρή
κατάσταση, με
ψαθυρότητα
Μεταφράσεις
ψαθυρά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ψαθυρά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
ψαθυρό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.