χατζ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- χατζ < (άμεσο δάνειο) αραβική (ḥajj)
Ουσιαστικό
χατζ ουδέτερο άκλιτο
- (ισλαμισμός) το προσκύνημα στη Μέκκα που οφείλει κάθε μουσουλμάνος να κάνει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του
Συγγενικά
-
χατζ στη Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.