φράτηρ
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ετυμολογία
- φράτηρ < θέμα φρα συγγενές με το λατινικό frater
Εκφράσεις
- οὐκ ἔφυσε φράτερας (κάνοντας λογοπαίγνιο με τα δόντια, τους φραστῆρας) : είναι μικρός ακόμα για να έχει γνώμη στη φατρία ή δεν είναι πλήρης πολίτης
- εἰσαγωγή-ἐγγραφή εἰς τοὺς φράτορας : η εγγραφή ενός αγοριού στους καταλόγους με την ενηλικίωσή του
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.