φον ντε τεν
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- φον ντε τεν < (άμεσο δάνειο) γαλλική fond de teint < fond (βάση) de (από) teint (χρώμα)
Ουσιαστικό
φον ντε τεν ουδέτερο άκλιτο
- (κοσμετολογία) προϊόν ομορφιάς που προστατεύει την επιδερμίδα ενώ την χρωματίζει ελαφρά και ενιαία
Μεταφράσεις
φον ντε τεν
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.