φηλί κλειδί

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

φηλί κλειδί <  δείτε τις λέξεις φηλί και κλειδί

Έκφραση

φηλί κλειδί

  • (μεταφορικά για αχώριστους φίλους) σαν θηλυκό-αρσενικό μέρος εξαρτήματος όπως η θηλιά ή η κλειδαρότρυπα με ένα κλειδί
    Αυτοί οι δύο είναι φηλί κλειδί. Άμα καλέσεις στο πάρτι τον ένα, πρέπει να καλέσεις και τον άλλον.
     συνώνυμα: ζευγάρι, αχώριστος

  • δυο δυο σαν τους Χιώτες
  • κώλος και βρακί

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.