τσεκάπ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τσεκάπ < αγγλική checkup

Ουσιαστικό

τσεκάπ ουδέτερο άκλιτο

Εκφράσεις

  • πάω για το ετήσιο τσεκάπ μου: για τον προληπτικό έλεγχο υγείας που κάνω κάθε χρόνο

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.