τρέχω και δε φτάνω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

τρέχω και δε φτάνω < λείπει η ετυμολογία

Έκφραση

τρέχω και δε φτάνω

  1. δεν καταφέρνω, δεν προλαβαίνω να κάνω όλες τις δουλειές που έχω ή να καλύψω όλες τις ανάγκες μου παρόλο που προσπαθώ όσο πιο έντονα γίνεται
  2. είμαι πάρα πολύ απασχολημένος, έχω πάρα πολλές δουλειές να κάνω και δεν έχω ελεύθερο χρόνο

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.