τετ α κε
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- τετ α κε < (άμεσο δάνειο) γαλλική tête-à-queue → δείτε περισσότερα στο τετακέ
Ουσιαστικό
τετ α κε ουδέτερο άκλιτο
Μεταφράσεις
τετ α κε
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.