ταχυδρομικός κώδικας

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ταχυδρομικός κώδικας < λείπει η ετυμολογία

Πολυλεκτικός όρος

ταχυδρομικός κώδικας αρσενικό

  • αλληλουχία αριθμών ή και γραμμάτων που χρησιμοποιείται από τα ταχυδρομεία για την αντιστοίχιση των περιοχών και την διευκόλυνση του συστήματος διανομής της αλληλογραφίας

Συνώνυμα

  • ΤΚ
  • ταχυδρομικός κωδικός

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.