ταμειακή μηχανή

Νέα ελληνικά (el)

Mια ταμειακή μηχανή.

Ετυμολογία

 δείτε τις λέξεις ταμειακός και μηχανή

Πολυλεκτικός όρος

ταμειακή μηχανή θηλυκό

  • μηχανή που χρησιμοποιείται στο ταμείο των εμπορικών καταστημάτων

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.