σχολνάω

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σχολνάω < λόγια επίδραση ([sk] < [sx]) στο σκολνάω  δείτε και τη λέξη σχολάω

Προφορά

ΔΦΑ : /skolˈna.o/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σκολνά.ω

Ρήμα

σχολνάω/σχολνώ, αόρ.: σχόλασα (χωρίς παθητική φωνή)

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.