σχεδιογραφώ

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σχεδιογραφώ < σχέδιο + γράφω. Η λέξη μαρτυρείται από το 1858 στον Λύσανδρο Καυταντζόγλου.

Ρήμα

σχεδιογραφώ

Συγγενικά

Μεταφράσεις

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.