σφαλώ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- σφαλώ < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /sfaˈlo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σφα‐λώ
- τονικό παρώνυμο: σφάλλω
Κλίση
- → λείπει η κλίση
Μεταφράσεις
σφαλώ
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.