σφάξ

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία 1

σφάξ < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

σφάξ θηλυκό

  • δωρικός τύπος του σφήξ

Ετυμολογία 2

σφάξ < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

σφάξ, σφαγός θηλυκό

Σύνθετα

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.