συστηματικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
συστηματικά
<
συστηματικός
Επίρρημα
συστηματικά
με
συστηματικότητα
Μεταφράσεις
συστηματικά
αγγλικά
:
systematically
(en)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
συστηματικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
συστηματικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.