σοφίας

Νέα ελληνικά (el)

Προφορά

ΔΦΑ : /soˈfi.as/ - συγκρίνετε με το Σόφιας
τυπογραφικός συλλαβισμός: σοφίας

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

σοφίας θηλυκό



Αρχαία ελληνικά (grc)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

σοφίας

  1. γενική ενικού του σοφία
  2. αιτιατική πληθυντικού του σοφία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.