σου κου

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

σου κου < λαϊκή εκφορά των γραμμάτων σίγμα και κάππα στη λέξη Σαββατοκύριακο με γραφή που χωρίζει τα δυο γράμματα αλλά δε δείχνει τον τονισμό

Προφορά

ΔΦΑ : /su‿ˈku/

Συντομομορφή

σου κου συντομογραφία θηλυκό (όταν εννοείται η άδεια) ή ουδέτερο (όταν εννοιείται το Σαββατοκύριακο) άκλιτο

  • (διαδικτυακή αργκό, στρατιωτική αργκό, προφορικό) άλλη μορφή του σκ

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.