σκοπή
Αρχαία ελληνικά (grc)
Ουσιαστικό
ἡ σκοπή και ἡ σκοπίη (ιωνικός τύπος) και ἡ σκοπιά
- ο πυργίσκος, η σκοπιά ως χώρος και ως ενέργεια, η φρούρηση, η κατόπτευση
- σκοπὰς ποιεῖσθαι ἀπὸ δένδρων
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.