προάστιος

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

Από το πρό, μπροστά, και το ἄστυ, πόλη.

Επίθετο

προάστιος και προάστειος

αρχαία ελληνική

  • Που βρίσκεται μπροστά σε μια πόλη, ή γύρω από αυτήν.

Συγγενικά

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.