πλουσίων
Νέα ελληνικά (el)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
πλουσίων
- (λόγιος τύπος)
- γενική πληθυντικού του πλούσιος
- γενική πληθυντικού του πλούσια
- γενική πληθυντικού του πλούσιο
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.