πελαγοδρομήσεις
Νέα ελληνικά (el)
Ρηματικός τύπος
πελαγοδρομήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος πελαγοδρομώ
- θα πελαγοδρομήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος πελαγοδρομώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
πελαγοδρομήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του πελαγοδρόμηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.