παρεμπίπτων

Αρχαία ελληνικά (grc)

Πτώση Ενικός Πληθυντικός
Ονομαστική παρεμπίπτων παρεμπίπτουσα παρεμπιπτον παρεμπίπτοντες παρεμπίπτουσαι παρεμπίπτοντα
Γενική παρεμπίπτοντος παρεμπιπτούσης παρεμπίπτοντος παρεμπιπτόντων παρεμπιπτουσῶν παρεμπιπτόντων
Δοτική παρεμπίπτοντι παρεμπιπτούσῃ παρεμπίπτοντι παρεμπίπτουσι παρεμπιπτούσαις παρεμπίπτουσι
Αιτιατική παρεμπίπτοντα παρεμπίπτουσαν παρεμπιπτον παρεμπίπτοντας παρεμπιπτούσας παρεμπίπτοντα
Κλητική παρεμπίπτων παρεμπίπτουσα παρεμπιπτον παρεμπίπτοντες παρεμπίπτουσαι παρεμπίπτοντα
Πτώσεις Δυικός
Ονομαστική-Αιτιατική-Κλητική παρεμπίπτοντε παρεμπιπτούσα παρεμπίπτοντε
Γενική-Δοτική παρεμπιπτόντοιν παρεμπιπτούσαιν παρεμπιπτόντοιν

Μετοχή

παρεμπίπτων

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.