παιδιών

Νέα ελληνικά (el)

Προφορά 1

ΔΦΑ : /peðˈʝon/ (με συνίζηση)
τυπογραφικός συλλαβισμός: παιδιών

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

παιδιών ουδέτερο

Προφορά 2

ΔΦΑ : /pe.ðiˈon/ (χωρίς συνίζηση)
τυπογραφικός συλλαβισμός: παιδιών

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

παιδιών θηλυκό

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.