ναβάχο

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ναβάχο < αγγλικά: Navajo ή Navaho

Ουσιαστικό

ναβάχο άκλιτο

Επίθετο

ναβάχο άκλιτο

  • αναφερόμενος στη γλώσσα και τον πολιτισμό ναβάχο

Σημειώσεις

  • κωδικός γλώσσας: nv
  • Η γλώσσα χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, στον Ειρηνικό. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες έδιναν μηνύματα σε υπαλλήλους τους, που μιλούσαν αυτή τη γλώσσα, και αυτοί τα μετέφραζαν στη γλώσσα τους προτού τα κρυπτογραφήσουν.

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.