μυξόνα
Τσακωνικά (tsd)
Ετυμολογία
- μυξόνα < → λείπει η ετυμολογία
Παράγωγα
- μυξονάτσι (υποκοριστικό του μυξόνα)
Πηγές
- σελ.287.jpg, τόμ.2 - Κωστάκης, Θανάσης Π. Λεξικό της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, τόμοι Α', Β' 1986, τόμος Γ' 1987), Τόμος 2ος@academyofathens
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.