μπαμ τερλελέ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
Προφορά
- ΔΦΑ : /ˈbam teɾ.leˈle/
Πολυλεκτικός όρος
μπαμ τερλελέ ουδέτερο άκλιτο
- μπαμ τιριλέμ
- μπαμ τιρλελέ
- μπαμ τρελελέ
Μεταφράσεις
μπαμ τερλελέ
|
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.