μπίρι μπίρι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

μπίρι μπίρι (ηχομιμητική λέξη)

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈbiɾi ˈbiɾi/

Έκφραση

μπίρι μπίρι

  • κουβεντούλα, ψιλοκουβέντα
      Μπίρι, μπίρι, μπίρι, μέχρι να σε πείσει και μετά τραβάς τον τάραχό σου (Μάρα Μεϊμαρίδη, Ντάσταρ, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011 )
      Έβλεπε την κυρία που χάζευε στη βιτρίνα και αντί να αγοράσει εκείνη, ο κυρ-Γιώργος της πουλούσε ό,τι ήθελε. Την έπιανε το μπίρι-μπίρι, την κοιτούσε κατάματα και μετά με σβέλτες, αλλά πάντα ευγενικές κινήσεις, τη μπράτσωνε και την έπαιρνε μαζί του στο κατάστημα (Γιάννης Μάρκοβιτς, Ο φόβος επιστρέφει τη νύχτα, Lulu.com, 2017 )
    άλλη γραφή: και με ενωτικό μπίρι-μπίρι

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Πηγές

  • μπίρι-μπίρι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.