μορφοτυπώ
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Νέα ελληνικά (el)
Ρήμα
μορφοτυπώ
- συντάσσω ή τροποποιώ ένα έγγραφο, ή τεκμήριο γενικότερα, σύμφωνα με ορισμένο μορφότυπο
- ↪ μορφοτυπώ ένα κείμενο που συντάχθηκε στον Α επεξεργαστή κειμένου και το έχω εισαγάγει στον Β επεξεργαστή κειμένου.
- (πληροφορική) προετοιμάζω ένα μέσο αποθήκευσης δεδομένων πριν αρχίσει η κανονική χρήση του
- ↪ μορφοτυπώ έναν σκληρό δίσκο
Συνώνυμα
Κλίση
Ενεργητική φωνή
| |||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||||
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.