μικροσκοπικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- μικροσκοπικά < μικροσκοπικός + -ά
Μεταφράσεις
μικροσκοπικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
μικροσκοπικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του μικροσκοπικός
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.