μελοδραματικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
μελοδραματικά < μελοδραματικός + -ά < μελόδραμα
Αντώνυμα
Μεταφράσεις
μελοδραματικά
|
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
μελοδραματικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μελοδραματικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.