λατρευτικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
λατρευτικά
<
λατρευτικός
+
-ά
Επίρρημα
λατρευτικά
με
λατρευτικό
τρόπο
Μεταφράσεις
λατρευτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
λατρευτικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
λατρευτικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.