κουφόβραση

Νέα ελληνικά (el)

λείπει η κλίση λείπει η κλίση

Ετυμολογία

κουφόβραση < κουφοβρά(ζω) + -ση < κουφο- + βράζω [1], μορφολογικά αναλύεται κουφό- + βράση

Ουσιαστικό

κουφόβραση θηλυκό

Συνώνυμα

Συγγενικά

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.