κουλουριάζομαι

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

κουλουριάζομαι < παθητική φωνή του ρήματος κουλουριάζω

Ρήμα

κουλουριάζομαι

  • κουλουριάστηκε στο κρεβάτι και σκεπάστηκε μέχρι να πέσει ο πυρετός

Κλίση

Μεταφράσεις

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.