κβάζαρ
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- κβάζαρ < quasi-stellar (ωσεί αστέρας, γαλαξίας που φαίνεται σαν φωτεινό αστέρι)
Ουσιαστικό
κβάζαρ ουδέτερο άκλιτο
- (αστρονομία) ουράνιο σώμα μεγάλης φωτεινότητας, πιθανώς γαλαξιακός πυρήνας με μαύρη τρύπα στο κέντρο του
-
κβάζαρ στη Βικιπαίδεια

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.