καταπτύω

Αρχαία ελληνικά (grc)

Ετυμολογία

καταπτύω < κατα- + πτύω

Ρήμα

καταπτύω [ῡω] μέλλων: καταπτύσω [ῠσω]

Σημειώσεις

  • για την προσωδία  δείτε τη λέξη πτύω

Παράγωγα

Συγγενικά

  •  δείτε τη λέξη πτύω

Κλίση

  • λείπει η κλίση

Πηγές

This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.