ηθικοπλαστικά
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ηθικοπλαστικά < ηθικοπλαστικός
Μεταφράσεις
ηθικοπλαστικά
|
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
ηθικοπλαστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ηθικοπλαστικό
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.