εύλογη αξία
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- εύλογη αξία < → δείτε τις λέξεις εύλογη και αξία, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική fair value
Πολυλεκτικός όρος
εύλογη αξία
- (λογιστική) η αξία ενός περιουσιακού στοιχείου, μιας απαίτησης ή υποχρέωσης βάση των συνθηκών που επικρατούν στην γενικότερη αγορά, σε αντίθεση με την ιστορική αξία κτήσης
Μεταφράσεις
εύλογη αξία
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.