εξυπηρετήσεις

Νέα ελληνικά (el)

Ρηματικός τύπος

εξυπηρετήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος εξυπηρετώ
  2. θα εξυπηρετήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος εξυπηρετώ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

εξυπηρετήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εξυπηρέτηση
This article is issued from Wiktionary. The text is licensed under Creative Commons - Attribution - Sharealike. Additional terms may apply for the media files.