εξουθενωτικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
εξουθενωτικά
<
εξουθενωτικός
Επίρρημα
εξουθενωτικά
με
εξουθενωτικό
τρόπο
Συνώνυμα
εξαντλητικά
Μεταφράσεις
εξουθενωτικά
αγγλικά
:
exhaustingly
(en)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
εξουθενωτικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
εξουθενωτικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.