εκθαμβωτικά
Νέα ελληνικά
(el)
Ετυμολογία
εκθαμβωτικά
<
εκθαμβωτικός
+
-ά
Επίρρημα
εκθαμβωτικά
κατά τρόπο
εκθαμβωτικό
εκθαμβωτικώς
Μεταφράσεις
εκθαμβωτικά
Κλιτικός τύπος επιθέτου
εκθαμβωτικά
ονομαστική
,
αιτιατική
και
κλητική
πληθυντικού
του
εκθαμβωτικό
This article is issued from
Wiktionary
. The text is licensed under
Creative Commons - Attribution - Sharealike
. Additional terms may apply for the media files.